Αρχοντικό Χατζηγάκη στο Περτούλι

Το Αρχοντικό Χατζηγάκη στο Περτούλι Τρικάλων αποτελεί ένα ζωντανό κομμάτι της ιστορίας της Θεσσαλίας. Η οικογένεια Χατζηγάκη, παλαιά γενιά γαιοκτημόνων της περιοχής, αναφέρεται ήδη από τον 15ο αιώνα, με εξέχοντα μέλη που διαδραμάτισαν ρόλους στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου​

Αρχοντικό Χατζηγάκη στο Περτούλι

Ιστορικές Ρίζες ενός Θρυλικού Αρχοντικού

Το πέτρινο αρχοντικό άρχισε να χτίζεται το 1890 από Ελβετούς αρχιτέκτονες ως θερινή κατοικία της οικογένειας Χατζηγάκη​. Δίπλα του προϋπήρχε ένας παλαιότερος πύργος (1841) με πολεμικό χαρακτήρα – ένα αρχιτεκτονικό απομεινάρι εποχών όπου τα αρχοντικά χρησίμευαν και ως οχυρά​. Με την ολοκλήρωση του νέου αρχοντικού το 1892, το επιβλητικό αυτό κτίσμα χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως “μικρό παλάτι”, χάρη στη συμμετρική αρχιτεκτονική του και τις πρωτοποριακές ανέσεις του (όπως αποχετευτικό και εσωτερική ύδρευση – σπανιότατες για την εποχή).

Στο εσωτερικό του φιλοξενήθηκαν εκλεκτά αντικείμενα από όλον τον κόσμο: έπιπλα με ελεφαντόδοντο και ασημικά από την Ασία, πορσελάνες από τη Γαλλία, υφαντά από ντόπιες τεχνίτριες και χαλιά από την Ανατολή​. Δεν είναι τυχαίο ότι στις ένδοξες ημέρες του το αρχοντικό υποδέχθηκε μέλη βασιλικών οικογενειών, οπλαρχηγούς της Φιλικής Εταιρείας (στους οποίους συγκαταλέγονταν άνδρες της οικογένειας) και εξέχουσες προσωπικότητες της πολιτικής και καλλιτεχνικής ζωής​. Έτσι, ως σύμβολο κοινωνικής ακμής αλλά και εθνικής παρακαταθήκης, το Αρχοντικό Χατζηγάκη είχε ήδη χαράξει τη θέση του στην ιστορία της περιοχής πριν καν μπει στον 20ό αιώνα.

Δοκιμασίες Πολέμου και Χρόνου

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, το απομακρυσμένο χωριό Περτούλι βρέθηκε στην καρδιά της Αντίστασης. Το αρχοντικό επιτάχθηκε από τον ΕΛΑΣ και λειτούργησε ως αρχηγείο των ανταρτών, γεγονός που το έθεσε στο στόχαστρο των δυνάμεων κατοχής​.

Η πυρπόλησή του αρχοντικού το 1943 από τους Γερμανούς το μετέτρεψε σε ερείπια και σκόρπισε θλίψη στους κατοίκους. Για δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο άλλοτε λαμπρός πύργος έμεινε μισογκρεμισμένος, ένα βουβό μνημείο της δοκιμασίας του πολέμου. Παρ’ όλα αυτά, η οικογένεια Χατζηγάκη δεν έπαψε να επισκέπτεται τον τόπο και να κρατά ζωντανή τη μνήμη. Οι νεότερες γενιές μεγάλωσαν με ιστορίες για το αρχοντικό – χαρακτηριστική είναι η ανάμνηση της Μπέτυς Χατζηγάκη, που ως παιδί έπαιζε με τα ξαδέλφια της «στα χαλάσματα του μισογκρεμισμένου οικογενειακού αρχοντικού» κάθε καλοκαίρι, νιώθοντας τη μαγεία του δάσους να την περιβάλλει​. 

Το ερειπωμένο κτίριο, έστω και τραυματισμένο, παρέμενε η ψυχή του χωριού και σύμβολο της αντοχής της τοπικής παράδοσης στον χρόνο.

Αναγέννηση ως Ορεινός Ξενώνας

Στα τέλη του 20ού αιώνα ξεκίνησε η εντυπωσιακή αναγέννηση του Αρχοντικού Χατζηγάκη. Ο Δημήτρης Χατζηγάκης –απόγονος της οικογένειας και πολιτικός μηχανικός– αποφάσισε το 1993 να ξαναζωντανέψει το οικογενειακό στολίδι, μένοντας πιστός στην αρχική του μορφή​. Με ελάχιστες παλιές φωτογραφίες ως οδηγό και μαρτυρίες ηλικιωμένων που θυμούνταν το αρχοντικό, ξεκίνησε ένα φιλόδοξο έργο ανακατασκευής. Χρειάστηκαν επτά χρόνια επίμονων μελετών και εργασιών, με απόλυτο σεβασμό στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική και στο φυσικό περιβάλλον​ ώστε, το 1999 το αναστηλωμένο αρχοντικό να ανοίξει ξανά τις πόρτες του, αυτή τη φορά ως ξενώνας υψηλών προδιαγραφών.

Το Αρχοντικό Χατζηγάκη υπήρξε από τους πρώτους ξενώνες τέτοιου είδους στην Ελλάδα – ένα ιστορικό αρχοντόσπιτο που μετατράπηκε σε χώρο φιλοξενίας πολυτελείας, παντρεύοντας την αίγλη του χθες με τις ανέσεις του σήμερα. Η πέτρινη έπαυλη των Χατζηγάκη, αγκαλιασμένη από έλατα στις πλαγιές της νότιας Πίνδου, ξαναβρήκε τη θέση της ως τοπόσημο της περιοχής. Σε υψόμετρο 1.200 μέτρων, με εκπληκτική θέα προς το ελατοδάσος, το χωριό και τα περίφημα περτουλιώτικα λιβάδια, το μέρος αυτό αναδείχθηκε σε μοναδικό προορισμό για ξεκούραση και επαφή με τη φύση. 

Η μετατροπή του αρχοντικού σε ξενώνα, εν μέρη μονόδρομος σε περιοχές που σιγά σιγά χάνουν τους μόνιμους κατοίκους τους,  έδωσε και πάλι ζωή στο Περτούλι, σφραγίζοντας μια νέα εποχή για το χωριό που άνθισε τουριστικά προσελκύοντας για χρόνια ταξιδιώτες από την Ελλάδα και το εξωτερικό. 

Η Μπέττυ και ο Γιάννης: Η Ψυχή του Αρχοντικού

Η περίοδος της οικονομικής κρίσης υπήρξε σκληρή για τον ελληνικό τουρισμό και ακόμη περισσότερο για τους ορεινούς όγκους της Θεσσαλίας. Πολλοί ξενώνες δεν άντεξαν, όμως το Αρχοντικό Χατζηγάκη, διατήρησε τις πόρτες του ανοικτές και το επίπεδο των υπηρεσιών του  αναλλοίωτο. 

Πίσω από τη φιλόξενη ατμόσφαιρα του σημερινού Αρχοντικού Χατζηγάκη βρίσκεται ένα ζευγάρι που έχει ταυτίσει τη ζωή του με αυτό: η Μπέττυ και ο Γιάννης. Η Μπέττυ Χατζηγάκη, δικηγόρος στο επάγγελμα, δισέγγονη της οικογένειας και κόρη του Δημήτρη Χατζηγάκη, διαχειρίζεται τα τελευταία χρόνια το 5άστερο ξενοδοχείο. Μαζί με τον σύζυγό της, διεθνολόγο  Γιάννη Τσαγκαδόπουλο –με τον οποίο μεγαλώνουν τα δυο παιδιά τους– έχουν γίνει η καρδιά και η ψυχή του ξενώνα​ αφού ο επισκέπτης που περνά το κατώφλι του αρχοντικού νιώθει αμέσως τη ζεστασιά της προσωπικής τους φροντίδας. 

Η Μπέτυ Χατζηγάκη αλλά και ο κύριος Γιώργος, που στέκει στην υποδοχή του Αρχοντικού από το 1999 , ξεναγούν τους φιλοξενούμενους στην πλούσια ιστορία του χώρου και καθοδηγούν τους ταξιδιώτες στις ομορφιές του Περτουλιώτικου τοπίου, προτείνοντας επισκέψεις, δραστηριότητες ή μικρές εξορμήσεις στα γύρω αξιοθέατα.

Ζωντανή Παράδοση και Σημασία για τον Τόπο

Με 36 δωμάτια και σουίτες, σύγχρονες συνεδριακές υποδομές για 500 συνέδρους αλλά και εξωτερικούς και εσωτερικούς χώρους ιδανικούς για κοινωνικές εκδηλώσεις, το Αρχοντικό Χατζηγάκη συνεχίζει να εξελίσσεται χωρίς να χάνει την ταυτότητά του. Στην καρδιά του, το εστιατόριο “Μπουντούρα” υπηρετεί τη γαστρονομική παράδοση με τρόπο ουσιαστικό προτείνοντας μια αυθεντική εμπειρία γεύσης που τιμά την τοπική κουλτούρα. Το πρωινό είναι εξίσου προσεγμένο, ελληνικό στην ουσία και τη φιλοσοφία του.

Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε η ορεινή φιλοξενία τα τελευταία χρόνια, το Αρχοντικό Χατζηγάκη παραμένει σταθερό σημείο αναφοράς για τη Θεσσαλία. Με ιστορικό βάθος και αρχιτεκτονική αξία, δεν λειτουργεί μόνο ως πολυτελές κατάλυμα σε ένα ιδιαίτερο τοπίο, αλλά και ως φορέας πολιτισμού που διαφυλάσσει την ταυτότητα του τόπου. Η παρουσία του ενισχύει την τοπική οικονομία, στηρίζει την απασχόληση και προωθεί τη συνεργασία με παραγωγούς, ενώ παράλληλα ανεβάζει το τουριστικό επίπεδο μέσα από υψηλής ποιότητας παροχές. Δεν προσελκύει απλώς επισκέπτες, αλλά προτείνει ένα μοντέλο φιλοξενίας με ουσία, που αναδεικνύει τη Θεσσαλία ως προορισμό με χαρακτήρα, διάρκεια και βάθος. 

 

 

Σχετικά Tags

Εξερευνήστε τη γύρω περιοχή

Κοντινοί προορισμοί

Ανακαλύψτε την ευρύτερη περιοχή